Τρίτη 2 Ιουλίου 2019

H Ιστορία του σαπουνιού

 




Γράφει η Ελισσάβετ Μιχαλοπούλου

H ιστορία της παρασκευής του σαπουνιού ανάγεται περίπου 5000 χρόνια πίσω. Η πρώτη καταγεγραμμένη αρχαιολογική απόδειξη της παρασκευής σαπουνιού χρονολογείται γύρω στο 2800 π.Χ. στην αρχαία Βαβυλώνα. Οι Βαβυλώνιοι είχαν εφεύρει τη βασική μέθοδο παρασκευής σαπουνιού, από έλαιο κασσίας (το δέντρο από το οποίο παράγεται η κανέλα) βρασμένο με στάχτη και νερό. Το χρησιμοποιούσαν κυρίως για επούλωση πληγών, θεραπεία δερματικών παθήσεων, καλλωπισμό αλλά και για πλύσιμο. Περιγραφές μιας διεργασίας παραγωγής ενός προϊόντος παρόμοιου με το σαπούνι έχουν επίσης βρεθεί σε πάπυρους των αρχαίων Αιγυπτίων (~1500 π.Χ.), όπου αναφέρεται η χρήση μίγματος ζωικού λίπους και φυτικών ελαίων. Το σαπούνι αυτό το χρησιμοποιούσαν στην επεξεργασία του μαλλιού.

Οι αρχαίοι Έλληνες είναι γνωστό το ότι δεν χρησιμοποιούσαν το σαπούνι για το πλύσιμο του σώματος, αλλά προτιμούσαν να πλένονται με νερό, ιλύ (λάσπη), ελαφρόπετρα, άμμο και στάχτη και έπειτα να κάνουν επάλειψη με λάδι. Ο μύθος θέλει την επινόηση του σαπουνιού στην Αρχαία Ελλάδα και συγκεκριμένα στο νησί της Λέσβου, όπου ζώα θυσιάζονταν προς τιμήν των θεών. Συχνά τα ζώα κατά τη θυσία αποτεφρώνονταν και έτσι στάχτες από σκληρό ξύλο (μια πρώιμη πηγή αλκαλίων) αναμειγνύονταν με ζωικά λίπη. Λέγεται πως ύστερα από ισχυρές νεροποντές, στο τοπικό ποταμάκι όπου οι γυναίκες έπλεναν τα ρούχα έρεε ένα κιτρινωπό υγρό προερχόμενο από το βουνό των θυσιών και έκανε τα ρούχα καθαρότερα. Η αρχαία ποιήτρια Σαπφώ έγραψε για εκείνες τις φορές που παρατηρήθηκε η καθαριστική δράση του κιτρινωπού υγρού στο νερό. Με τον καιρό βρέθηκε πως η προσθήκη αλατισμένου νερού στο μείγμα, διευκολύνει την απομάκρυνση της γλυκερίνης και του περίσσιου νερού κάνοντας το σαπούνι σκληρότερο. Αργότερα, γύρω στο 200 μ.Χ., οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποίησαν το σαπούνι για να καθαρίζουν τους αμφορείς αλλά και τα αγάλματα, ενώ την ίδια εποχή ο Έλληνας γιατρός Γαληνός συνιστά το πλύσιμο του σώματος με σαπούνι, ως προληπτικό μέτρο κατά των δερματικών παθήσεων. Οι Γαλάτες και οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν επίσης το κατσικίσιο ζωικό λίπος και τις στάχτες ξύλου οξιάς για την παραγωγή τόσο σκληρών όσο και μαλακών σαπουνιών. Ανεξάρτητα από τις χρήσεις του, το σαπούνι έγινε δημοφιλές σε όλη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Στα ερείπια της Πομπηίας, που καταστράφηκε από την έκρηξη του ηφαιστείου του όρους Βεζούβιος το 79 μ.Χ., ανακαλύφθηκε ένα ολόκληρο εργοστάσιο σαπουνιού της εποχής.

Άραβες χημικοί στη Συρία και στην Παλαιστίνη ήταν οι πρώτοι που παρασκεύασαν σαπούνι χρησιμοποιώντας μείγμα φυτικών ελαίων (όπως το ελαιόλαδο), αρωματικών ελαίων (όπως δαφνέλαιο ή έλαιο θυμαριού) και ποτάσα. Τον 7ο αιώνα μ.Χ. περίπου, ιδρύθηκαν οι πρώτες σαπωνοποιίες στη Μέση Ανατολή, στη Ναμπλούς και στο Χαλέπι, που η φήμη τους εξαπλώθηκε γρήγορα στις Μεσογειακές περιοχές. Εκτός από το αρωματικό στερεό σαπούνι, είχαν επίσης επινοήσει το έγχρωμο και το υγρό, καθώς και άλλα ειδικά σαπούνια, όπως αυτό για το ξύρισμα. Ακόμη μεγαλύτερη ήταν η επίδραση της σαπωνοποιητικής τέχνης της Μέσης Ανατολής στον Ευρωπαϊκό χώρο κατά την 1η σταυροφορία (τέλη 11ου αιώνα), όπου Άραβες τεχνίτες μετέφεραν τη γνώση τους και έθεσαν τα θεμέλια της παρασκευής σαπουνιών διάσημων έως και τις μέρες μας, όπως εκείνα της Καστίλλης (Ισπανία) και της Μασσαλίας (Γαλλία).

Αξιοσημείωτο είναι πως από το 600 μ.Χ. η συνταγή του φυσικού σαπουνιού ελαιολάδου έχει παραμείνει αναλλοίωτη.